Monday, January 3, 2011

"απαγορευμένο" 1

"σου στέλνω αυτό το κείμενο
αν θέλεις, δημοσίευσέ το με την υπόμνηση πως δεν είναι δικό σου

μιλάμε όπως σκεφτόμαστε

τόχεις ποτέ σκεφτεί αυτό;



Μάης κι ακόμη κρύωνε. Δεν της έκανε τίποτε η διπλή μάλλινη κουβέρτα πάνω της. Αδύνατον να χαλαρώσει. Ίσως να ‘φταίγαν κι αυτά τα βογγητά από το διπλανό διαμέρισμα. Τους άκουγε από ώρα. Μικρά κοφτά στην αρχή, δυνατότερα αργότερα και πάλι από την αρχή. Είχε λίγη ώρα τώρα που ακουγότανε πνιχτά, γοερά σα να πονούσε. Και μόνο γυναικεία. Πονούσε κι αυτή μαζί της. Με τα χέρια ανάμεσα στα σκέλια της, την φανταζόταν στημένη στα τέσσερα και τον άντρα πίσω της να την παίρνει με δύναμη. Ρίγη την έπιασαν στη σκέψη και τα σκέλια της υγράθηκαν περισσότερο. Η στάση που ποθούσε πιο πολύ από όλες. Η τέλεια παράδοση. Η τέλεια κατάκτηση. Πλήρης υποταγή. Να ακούει τα κορμιά στην ένωσή τους. Να ακούει τους βόγγους του πόθου. Να γεύεται την ηδονή του άντρα.

Θυμήθηκε τη μάνα της. Σαν ήταν κορίτσι ακόμη που την πήρε στο κρεβάτι της και πιάστηκε να της εξηγεί. Σε τρεις μέρες θα φεύγε για Αίγινα. Μόνη της, δίχως τους γονείς, με μια φίλη. Αυτό κι εκείνο.. και να προσέχεις… σε συμβουλεύω να αργήσεις να το κάνεις γιατί αν ξεκινήσεις συνέχεια το επιθυμείς… εκτός από το κανονικό υπάρχει κι ο τρόπος από πίσω αλλά να αρνηθείς γιατί μετά η γυναίκα παθαίνει ακράτεια και τι είναι ακράτεια μαμά; Και λες και κόλλησε το μυαλό της εκεί κι αυτή συνέχεια το αρνιόταν και συνέχεια το ποθούσε γιατί ήταν το απαγορευμένο…

Σηκώθηκε να απομακρύνει το κορμί της από τις σκέψεις του..

Άνοιξε τη μικρή σακκουλίτσα και πήρε στα χέρια της τα τρία τέσσερα κιλοτάκια που αγόρασε χτες. Όλα στρίνγκ. Κι ας ήταν από καιρό γερασμένη κι αυτή και το σώμα της. Ένοιωθε μέσα τους ελεύθερη. Ένοιωθε μέσα τους να προκαλεί με το δικό της τρόπο, υπονοώντας. Άσε που, φορώντας τα, δεν την πονούσε πια το σημείο ανάμεσα στη κοιλιά και το πόδι. Έβαλε τα βρακάκια στη λεκάνη με λίγο κρύο νερό και μερικές σταγόνες υγρό σαπούνι Μασσαλίας. Η μυρωδιά του..! αυτή η μυρωδιά! Την έφερε χρόνια πίσω. Κορίτσι. Έφηβη. Τότε που έψαχνε το σώμα της να αναγνωρίσει πάνω του τα ίδια σημάδια με αυτά που είχαν οι γυναίκες στα περιοδικά που διάβαζε. Να ησυχάσει πως είναι κανονική.

Καθόταν στον μπιντέ, όταν πια έφτιαξαν το μπάνιο τους, με το καθρεφτάκι ανάμεσα στα πόδια της να βλέπει τις σχισμές της. Και.. ψηλαφούσε τ’ ανοίγματα. Νάταν αυτά τα μεγάλα χείλη, νάταν τ’ άλλα. Κι αυτό; Τι είναι αυτό; Και τα μικρά άσπρα κομματάκια πηγμένου υγρού; Κι όλο έβαζε τα δάχτυλα της πιο μέσα, πιο βαθειά στις πτυχές της. Άνοιγε την κλειτορίδα της όσο μπορούσε για να βλέπει πιο μέσα. Και σε κάθε νέα κίνηση, περίεργα κύματα περνούσαν από εκείνο το σημείο μέχρι πάνω τον αφαλό της. Κι ένα ακόμη κύμα. Κι άλλο. Κι άλλο. Κι ας πονούσε στο ψηλάφημα, εκείνη δε σταματούσε παρά στη φωνή της μάνας που ανήσυχη για την αργοπορία της, φώναζε από την κουζίνα. Και πόσο δύσκολο της ήταν να αποσπαστεί αιφνίδια από τα κύματά της και τον πόνο της. Κι όπως το προσπαθούσε, νέος πόνος, άλλος, την έζωνε. Κάτω από τη κοιλιά. Παράλληλα με αυτήν. Τι παράξενα πράγματα, σκεφτόταν κι ένοιωθε δυσάρεστα που αναγκαζόταν σε αυτόν τον πόνο κι όχι τον άλλο που την γλύκαινε.

Παραμέρισε με την ανάστροφη της παλάμης της μια τούφα υγραμένη από τους ατμούς του μπάνιου κι έβγαλε τα κιλοτάκια ξεπλυμένα με άφθονο νερό από τη λεκάνη. Τα άπλωσε με προσοχή να μη χαλάσουν τα λάστιχα και να μη στρίψουν οι δαντέλες και μπήκε πάλι στο δωμάτιο. Τράβηξε τις κουρτίνες να καλύπτουν όλο το τζάμι. Έκλεισε και την ενδιάμεση πόρτα. Οι ρώγες της από ώρα καυλωμένες, ερεθίζονταν περισσότερο όπως τριβόντουσαν πάνω στο μπλουζάκι της καθώς έσκυβε. Ποτέ δεν φορούσε εσώρουχα στο σπίτι της. Άνοιξε το συρτάρι της ντουλάπας. Παραμέρισε γρήγορα μερικά ρούχα. Ξανάκλεισε. Σα να μην ήθελε κανένα οπτικό μάρτυρα.. ξάπλωσε στο κρεβάτι της ισιώνοντας τα μαξιλάρια έτσι που να της πιάνουν και τη μέση και να έχουν το κεφάλι σε κάποιο ύψος. Το pc στο κάτω μέρος του κρεβατιού. Πέρασε ένα προφυλακτικό στον δονητή. Προσάρμοσε και την δεύτερη μπαταρία στην κατάλληλη υποδοχή. Άγγιξε με τα μαξιλαράκια των δαχτύλων της το στήθος της, της άρεσε να τα αισθάνεται καυλωμένα κι έπειτα τα χείλη. Στεγνά. Αναστέναξε. Έβγαλε τα ρούχα της τελείως, εκτός από το μπλουζάκι. Θα έβγαινε στην συνέχεια. Της άρεσε να χαϊδεύεται πάνω από αυτό, να καυλώνει τις ρώγες της μέχρι όσο έπαιρνε, κι έπειτα φανταζόταν πως …αυτός… το έσκιζε. Πέρασε το dvd στη θήκη. Play! Γρήγορη περιήγηση. Επιλογή. Play. ….την υποχρέωσε στα τέσσερα. Έσκισε το εσώρουχο. Μπήκε πίσω της βίαια. Ούρλιαξαν. Ο ένας από πόνο και πόθο. Ο άλλος από πόθο. Τα βυζιά της σκλήρυναν πιο πολύ. Η καρδιά της χτύπαγε ανυπάκουα. Το σώμα της τρεμούλιασε. Ανάμεσα στα πόδια της πλημμύρα και τρόμος. Ακούμπησε τον δονητή στην διογκωμένη κλειτορίδα της. Έστριψε το κουμπί της λειτουργίας. Βόγκηξε. Το σώμα της στριφογύρισε αλαφιασμένα. Θέλησε να γίνει τόξο. Σταμάτησε.

Είχε δυο πλεονεκτήματα ο δονητής. Τον τοποθετούσε όπου ήθελε την ώρα που το ήθελε εκείνη και τον σταμάταγε ή τον ξεκίναγε έτσι που να κάνει τα κύματα της τρικυμία.

Κι ένα μειονέκτημα. Δεν τον ένοιωθε ποτέ να σπαρταρά μέσα της ξελιγωμένος από ηδονή και πόθο κι ούτε που την δάγκωνε στο πίσω του σβέρκου στο ξέσπασμα του.

...

Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε απο Ανώνυμο σχολιαστή αυτού του μπλόγκ πριν μήνες.

Προσωπικά το θεωρώ ερωτικό λογοτεχνικό κόσμημα ισάξιο φτασμένων συγγραφέων.
Υμνος στο σεξ και στη ζωή.
Ευχαριστώ τη συγγραφέα που μου το εμπιστεύτηκε.