Wednesday, June 23, 2010

les amants de Teruel..(Οι εραστές του Teruel)

La Légende des Amants de Teruel
Στην αρχή του 13ου αιώνα στο Teruel της Αραγονίας
ερωτεύονται οι δύο νέοι ο Juan Diego Marcilla και η Isabel Segura. Ο Juan ζητάει το χέρι της Isabel αλλά ο πατέρας της αρνείται εξαιτίας της κοινωνικής διαφοράς των δύο οικογενειών. Παρόλα αυτά ο πατέρας συμφωνεί να δώσει μια ευκαιρία στον Juan και του δίνει 5 χρόνια διορία να γίνει πλούσιος.
Ο Juan γίνεται σταυροφόρος με σκοπό να γίνει πλούσιος και να παντρευτεί την καλή του. Στην διάρκεια των 5 χρόνων ο πατέρας προσπαθεί να πείσει την κόρη να παντρευτεί έναν πλούσιο αλλά η κόρη αρνείται. Στο τέλος των 5 χρόνων η κόρη έχει πεισθεί ότι ο αγαπημένος της δεν θα επιστρέψει ποτέ και δίνει την συγκατάθεση της να παντρευτεί τον εκλεκτό του πατέρα της.
Όμως ο Juan επιστρέφει πλούσιος και ζητάει να συναντήσει την Isabel ιδιωτικά όπου της ζητάει να τον φιλήσει. Εκείνη αρνείται επειδή είναι ήδη παντρεμένη. Αυτός από την συγκίνηση και απελπισία πέφτει μπροστά της νεκρός.
Στην κηδεία του την επομένη η Isabel αποφασίζει να πάει στην εκκλησία και να του δώσει το φιλί που αρνήθηκε την προηγούμενη μέρα.
Η συγκίνηση και η θλίψη της είναι τόσο μεγάλη που πέφτει και αυτή νεκρή την στιγμή που τον φιλάει.
Οι δύο νέοι θάφτηκαν πλάι πλάι στο παρεκκλήσι του καθεδρικού της Teruel.
Η ιστορία έγινε ταινία το 1962 από τον Raymond Rouleau και Ο Μίκης Θεοδωράκης έντυσε μουσικά την ταινία «Les amants de Teruel»
με ερμηνεύτρια την Edith Piaf και στίχους του Jacques Plantes.

Άλλες πληροφορίες γενικά για τον μύθο.
http://mariakarageorgou.blogspot.com/2007/07/les-amants-de-teruel-edith-piaf.html
http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=20700.0

Les amants de Teruel
L'un près de l'autre,

Se tiennent, les amants

Qui se sont retrouvés

Pour cheminer côte à côte.

Retrouvés dans la mort

Puisque la vie n'a pas su les comprendre,

Retrouvés dans l'amour

La haine n'ayant pas pu les atteindre.

Les feuilles, les feuilles tombent

Sur leur lit de noces.

Que la terre soit douce,

Soit douce aux amants de Teruel

Enfin réunis dans l'ombre...

L'un près de l'autre,

Ils dorment maintenant.

Ils dorment, délivrés

De l'appréhension de l'aube.

Se tenant par la main,

Dans l'immobilité de la prière,

Renouant leur serment

Dans la tranquille éternité des pierres,

La nuit leur ouvre ses portes.

Tout rentre dans l'ordre.

Leur étreinte demeure,

Demeure à jamais suspendueAinsi qu'une note d'orgue...

Στίχοι: Jacques PlantesΜουσική: Μίκης Θεοδωράκης



Ο ένας κοντά στον άλλον

Κρατιούνται , οι εραστές

Αυτοί που ξαναβρίσκονται

για να πορευτούν μαζί.

Ξαναβρίσκονται μέσα στο θάνατο

Γιατί η ζωή δεν μπόρεσε να τους χωρέσει,

Ξαναβρίσκονται μέσα στην αγάπη

Η έχθρα δεν μπόρεσε να τους αγγίξει.

Τα φύλλα, τα φύλλα πέφτουν

Στο νυφικό τους κρεβάτι .

η γη είναι μαλακή,

μαλακή για τους εραστές του Teruel

ενωμένους επιτέλους μέσα στη σκιά…

Ο ένας κοντά στον άλλον ,

Κοιμούνται τώρα.

Κοιμούνται, απελευθερωμένοι

από την ανησυχία της αυγής.

Κρατιούνται από το χέρι,

στην ακινησία της προσευχής,

Ξαναδίνουν τον όρκο τους

Μέσα στην ήρεμη αιωνιότητα των λίθων,

Η νύχτα τους ανοίγει τις πόρτες της.

Όλα επιστρέφουν σε τάξη,

Η αγκαλιά τους μένει,

μένει να αιωρείται για πάντα
όπως η νότα από ένα μουσικό όργανο…

YΓ Αφιερωμένο στην ΑΝΩΝΥΜΟ

Tuesday, June 15, 2010

Τιμαριώτης τ' ουρανού

Δε γίνεται. Δεν εγεννήθηκα ν΄ανήκω πουθενά.
Τιμαριώτης τ΄ουρανού κει πάλι ζητώ ν΄ αποκατασταθώ.
Στα δίκαιά μου. Το λέει κι ο αέρας
Από μικρό το θαύμα είναι λουλούδι και άμα μεγαλώσει θάνατος



Ακινδύνου, Ελπιδοφόρου, Ανεμποδίστου
(Τα ελεγεία της Οξώπετρας)
Ο. Ελύτης



Δε θυμάμαι τι μάρκα ήταν. Πάντως ήταν απ΄ αυτά που τώρα τα βρίσκεις στα παλιατζίδικα να πουλιούνται για αντίκες. Δυο μεγάλα στρογγυλά κουμπιά, στ’ αριστερά και στα δεξιά, ένα για την ένταση κι ένα για τις συχνότητες. Και το καντράν του να γράφει του κόσμου όλου τις πόλεις. Με λάμπες φυσικά και γι΄ αυτό έπρεπε να ζεσταθεί για λίγο πριν παίξει. «Αναψέ το, να μας πει κανένα ψέμα», πρόσταζε ο παππούς μου, ο Τάσος, προφητικός κι εύστοχος, πολύ πριν η κοινωνία γίνει κοινωνία των μουμουέδων. Ίσως τα ογδόντα χρόνια της ζωής να του χάριζαν ικανότητα προφητική. Αν γίνω ποτέ ογδόντα θα το μάθω. Εκεί ανάμεσα στα ψέματα που άκουγε ο παππούς, και επρόκειτο κυριολεκτικά για ψέματα αφού ήμασταν στα τελευταία χρόνια της χούντας, άκουγα και τις καινούργιες κυκλοφορίες των μουσικών εταιρειών. Η ΜΙΝΟΣ, η Κολουμπια, η Λύρα είχαν το τέταρτο ή μισάωρο της εκπομπής τους, δεν μπορώ να θυμηθώ ακριβώς, εκεί προς το μεσημέρι της Κυριακής, πριν το μεσημεριανό φαγητό. Κι όταν λέω μεσημεριανό το εννοώ, μία ήταν μεσημέρι, όχι τρεις ή τέσσερις το απόγευμα όπως τώρα. Από τα ακούσματα εκεί και οι στίχοι των τραγουδιών που έγραφα σ’ ένα τετράδιο. Εκεί, ανάμεσα στα ψέματα που άκουγε ο παππούς και μια άλλη αγάπη των παιδικών μου χρόνων, το θέατρο της Κυριακής. Μεταξύ οκτώ κι εννιά η ώρα το βράδυ άρχιζε. Πολύ αργά για το χειμώνα στο χωριό. Μιλώ για τα πρώτα χρόνια μετά το ΄70. Και που το γράφω εδώ μου κόβεται η ανάσα. Σαν χρονολογία της προϊστορίας μου ακούγεται. Το καλοκαίρι ήταν αλλιώς. Βράδιαζε αργότερα, παίζαμε μέχρι αργά έξω. Το χειμώνα όμως, που βράδιαζε πριν της έξι, μετά τις οκτώ, άντε εννιά, δεν κυκλοφορούσαν έξω ούτε τα σκυλιά. Άκουγα πάντα το θέατρο της Κυριακής. Όχι, δεν ασχολήθηκα με το θέατρο τελικά, ούτε καν ως θεατής. Κι όλα της μουσικής που έβρισκα στο ράδιο τ΄ άκουγα με προσήλωση. Ούτε και με τη μουσική ασχολήθηκα, δεν είχα τέτοια ταλέντα, όμως αγάπησα κι αγαπώ τα τραγούδια που τραγουδούν στη γλώσσα μου. Και τ΄ αγάπησα πολύ. Ανάμεσα στα πρώτα κι ένα που διέφερε απ΄ αυτά των νέων παρουσιάσεων των εταιρειών. « Αν μ αγαπάς κι είν όνειρο, ποτέ να μη ξυπνήσω γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω» έλεγε το ρεφραίν του. Δυο οι φωνές. Μια αντρική μια γυναικεία. Δεν τις ήξερα. Η βραδινή εκπομπή στην οποία το άκουσα δεν έδωσε πληροφορίες. Δεν θυμάμαι και πόσο μ ενδιέφεραν αυτό γιατί πρέπει να ήμουν στα 13 μου τότε. Το άκουσα κι άλλες φορές το τραγούδι, ποιος το είχε γράψει όμως δεν ήξερα. Βέβαια είχα ακούσει να γίνεται λόγος για το Μάνο Χατζιδάκι. Λόγος που έγινε πολύς μετά τη χούντα για διάφορους λόγους και φυσικά όχι μόνο για τη μουσική του. Ετσι, χωρίς να θυμάμαι τώρα το πώς ακριβώς, έμαθα ότι το τραγούδι ήταν δικό του κι οι φωνές ήταν της Φλέρυς και του Ψαριανού. Το 1975 ο θείος μου, αδελφός του πατέρα μου, απόκτησε ένα B & O κι εμείς, ο αδελφός μου κι εγώ, το παλιό του πικάπ, ξέρετε, από κείνα που το ηχείο ήταν το καπάκι τους που κούμπωνε και με το χερούλι που είχε το κουβαλούσες σα βαλιτσάκι. Τη μέρα που το έφερα από τις Σέρρες, εκεί υπηρετούσε ως καθηγητής ο θείος, αγόρασα δυο δίσκους. Τον έναν δεν τον θυμαμαι, ο άλλος όμως ήταν Ο Μεγάλος Ερωτικός. Έμελε να με συντροφεύει ως σήμερα. Το μεγάλο έργο ενός αξεπέραστου ανθρώπου. Τον αγάπησα περισσότερο κι απ τα τραγούδια του. Θα μπορούσα ν αραδιάσω διάφορα απ τα πολλά που γράφτηκαν και γράφονται σήμερα, για το ανυπότακτο πνεύμα του, την μουσική του ιδιοφυία κλπ κλπ αλλά εγώ προτιμώ, καθώς δεν εγεννήθηκε ν ανήκει πουθενά να αφήσω τη φωνή του, εκείνη τη γνωστή, τη γλυκιά σα χάδι αλλά και με τη διαρκώς υπολανθάνουσα ειρωνεία, ίσως εξαιτίας του ρο, που δεν μπορούσες να αποφασίσεις αν το έλεγε παχιά ή δεν το πρόφερε καθόλου, να πει, όπως τότε, στο Θέατρο Δάσους της Σαλονίκης, όταν, αφού έδωσε μια σύντομη εξήγηση που δεν είχε εμφανιστεί στο πρώτο τέταρτο της συναυλίας,

«και τώρα σωπάστε γιατί θα τραγουδήσω»



Και τραγούδησε και τότε κι άλλες φορές και πάντα και για πάντα καθώς μετά το θάνατό του, σα σήμερα, πριν από 16 χρόνια, σαν νόμιμος ΤΙΜΑΡΙΩΤΗΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ, αποκαταστάθηκε στα δίκαια του.